5 Νοε 2012

Φασισμός : Το τέρας / Βασίλης Ραφαηλίδης


Russian Poster:  Death to the Fascist Monster

(Aναδημοσιευση απο Disdaimona'' )

''Πριν απο τον Πρωτο Παγκοσμιο  πολεμο, ο φασισμος ηταν αγνωστος, τοσο σαν κοινωνικο κινημα οσο και σαν κομμα. Ακομα και σαν λεξη. Μεχρι τοτε κυριαρχούσε στον κόσμο μας ο παραδοσιακός φιλελευθερισμός με την απειρία των αντιφάσεων και των παλινδρομήσεών του, ενώ τα κομουνιστικά καθεστώτα εμφανίστηκαν κι αυτά μόνο μετά από τούτον τον σημαδιακό για την ιστορία του αιώνα μας πόλεμο Αυτός ο πόλεμος λοιπόν, ο λεγόμενος Μεγάλος, που ωστόσο ήταν πολύ μικρός σε σχέση με τον μεγαλύτερο που θα τον ακολουθήσει ύστερα από 25 μόλις χρόνια, έδειξε στις μάζες την πλήρη χρεοκοπία του αστικού φιλελευθερισμού, αφού ήταν πόλεμος ανάμεσα σε αστικές χώρες. Ο Μεσσίας είναι ένα περίεργο ον που ενσαρκώνεται και αποσαρκώνεται περιοδικά, ίσα ίσα για να διατηρεί άσβεστη τη μεταφυσική ελπίδα των σε όλα μικρομεσαίων.

Χίτλερ και Μουσολίνι. Adolf Hitler and Benito MussoliniΟι μάζες μετά τον πόλεμο ένιωσαν απατημένες, όχι μόνο γιατί τίποτα δεν άλλαξε στη ζωή-τους, όπως λίγα χρόνια πριν τους υπόσχονταν οι “αρχηγοί” για να τους παρασύρουν στο μακελειό “με το χαμόγελο στα χείλη” αλλά και διότι η μίζερη ζωή τους επιδεινωνόταν συνεχώς και περισσότερο, εξαιτίας της μεγάλης οικονομικής κρίσης που ήρθε να προστεθεί το 1929, και που βάζει οριστικά τέρμα στην υποσχεμένη για μετά τον πόλεμο ευτυχία. Οι μαρξιστές και οι κομουνιστές έχουν συνείδηση της κατάστασης, και δεν εκπλήσσονται από το γεγονός πως τα πράγματα παν από το κακό στο χειρότερο.

Οι υπόλοιποι, και κυρίως οι λεγόμενες πλατιές μάζες που ούτε τότε ούτε τώρα πολυκαταλαβαίνουν ότι η δυστυχία εκπορεύεται από τον κόσμο τούτον και καθόλου από τον κόσμο των πνευμάτων, αναμένουν εναγώνια τον Μεσσία. Οι αιώνιοι μικρομεσαίοι, πάντα απορημένοι και μόνιμα μπερδεμένοι, έτσι στριμωγμένοι ανάμεσα στους αστούς που τους ζηλεύουν και που προσπαθούν να τους φτάσουν και τους προλετάριους που τους μισούν γιατί η ύπαρξή τους και μόνο προδιαγράψει σαν πιθανή και τη δική τους μοίρα του κοινωνικού και οικονομικού εκπεσμού, τούτοι λοιπόν οι περί τα πάντα αδαείς μικρομεσαίοι, εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Ιστορία σαν αυτόνομη πολιτική δύναμη μέσα από το φασισμό, που είναι αποκλειστικά δικό τους σάπιο φρούτο. 

Η πρώτη φροντίδα του πρώην “σοσιαλιστή” Μουσσολίνι, που και στην “πρώην” πολιτική του περίοδο είναι τελείως άσχετος με τον μαρξισμό — το παράδειγμά του για έναν σοσιαλισμό χωρίς μαρξισμό, σαν να λέμε για μια σκορδαλιά χωρίς σκόρδο, θα το ακολουθήσουν πάρα πολλοί αντιμαρξιστές “σοσιαλιστές” — η πρώτη λοιπόν φροντίδα του Ντούτσε, είναι να διακηρύξει την έχθρα του, τόσο προς τον καπιταλισμό όσο και προς τον κομουνισμό. Μάλιστα, στο πρώτο καταστατικό των φασιστικών του ομάδων που θα συγκροτηθούν αργότερα σε κόμμα, διακηρύσσεται απερίφραστα πως η ιδιοκτησία πρέπει να καταργηθεί, και τούτο παρά την εξαρχής δηλωμένη εχθρότητα του φασισμού για τον κομουνισμό.

Ποτέ ο πολιτικός παραλογισμός δεν έφτασε σε τέτοιο ύψος. Φυσικά, λίγο αργότερα, όταν ο φασισμός θα γίνει όργανο του μεγάλου κεφαλαίου, η “ιερότητα” της ιδιοκτησίας θα διακηρυχτεί εκ νέου, κι όλα θα παν καλύτερα για τον τρομοκρατημένο μικρομεσαίο που για μυριοστή φορά ξαναβλέπει το σταθερό του όνειρο για μια σπάταλη ζωή. Ωστόσο, ο φασισμός αγωνίζεται σχεδόν μέχρι τέλους σε δύο μέτωπα: Το αντικομουνιστικό και το αντικαπιταλιστικό. 

Βέβαια τούτος ο τελευταίος αγώνας είναι ένα αισχρό ψέμα της φασιστικής προπαγάνδας, που προσπαθεί να κρατήσει τον μικρομεσαίο στη σωστή του θέση, ανάμεσα στα δύο άκρα. Άλλωστε, η ταξική αυτονομία του μικρομεσαίου είναι ένα αστείο παραμύθι, αφού η μοίρα του είναι να κινείται άλλοτε δεξιά κι άλλοτε αριστερά σαν εκκρεμές, ανάλογα με την “προκοπή” του, ή τη χρεοκοπία του, που του επιβάλλουν οι αντικειμενικές συνθήκες. Ο μικρομεσαίος είναι ένα τέρας με δύο κεφάλια που κανένα από τα δύο δεν είναι δικό του.

Ο Ζηνόβιεφ, εκδηλώνοντας την αμηχανία του γι’ αυτό το τρομερό και πρωτόγνωρο για την εποχή του φαινόμενο που ήταν ο φασισμός με την αναμφισβήτητη λαϊκή του βάση, διακήρυξε πως “ο φασισμός είναι όργανο της αστικής τάξης” και ησύχασε, λες κι αυτό που ενδιαφέρει είναι το όργανο καθαυτό κι όχι το πώς και το γιατί φτιάχνεται το όργανο, που αφού φτιαχτεί μπορεί να χρησιμοποιηθεί μπορεί και όχι. (Η άποψη του Ζηνόβιεφ συνεχίζει δυστυχώς να είναι η “επίσημη” αριστερή άποψη).

Ο Ράντεκ, πολύ πιο νηφάλιος από τον Ζηνόβιεφ και καθόλου δογματικός δίνει έναν καίριο ορισμό του φασισμού που νομίζουμε πως ισχύει πάντα: “Ο φασισμός είναι ο σοσιαλισμός των μικρομεσαίων μαζών”. Εννοεί βέβαια πως τούτος ο μικρομεσαιικός σοσιαλισμός είναι απλώς μια προσδοκία συναισθηματικής τάξεως για έναν καλύτερο κόσμο που οι μικρομεσαίοι στο πορτοφόλι και στο νου περιμένουν να τους φτιάξει ανέξοδα ο Αρχηγός, κι όχι οι ίδιοι με τους αγώνες τους.

Καταλαβαίνουμε τώρα γιατί ο Μεσσίας καθίσταται αναγκαίος, και γιατί όλα τα φασιστικά κόμματα καταρρέουν αυτομάτως με το θάνατο του Αρχηγού:
Ο Μεσίας είναι ένα περίεργο ον που ενσαρκώνεται και αποσαρκώνεται περιοδικά, ίσα ίσα για να διατηρεί άσβεστη τη μεταφυσική ελπίδα των σε όλα μικρομεσαίων.

Η Κλάρα Τσέτκιν, ασκώντας κι αυτή κριτική στον Ζηνόβιεφ από τα αριστερά όπως και ο Ράντεκ, φαίνεται πιο συγκαταβατική από τον τελευταίο, αλλά και πιο συναισθηματική, όταν λέει: “Ο φασισμός είναι το κίνημα των βασανισμένων, των πεινασμένων, των ρημαγμένων από τη φτώχεια, των απελπισμένων”.

Είναι αδύνατο να εξηγήσουμε το φασιστικό φαινόμενο μόνο με τα δεδομένα της κοινωνιολογίας και της πολιτικής οικονομίας. Σίγουρα στον φασίστα υπάρχει και μια πλευρά καθαρά ψυχολογική, μας αρέσει δεν μας αρέσει ο Βίλχελμ Ράιχ.

Είναι καταφάνερη εδώ η πρόθεση της Τσέτκιν να αθωώσει τους “παρασυρμένους” από το φασισμό προλετάριους, γιατί βέβαια, υπήρξαν και τέτοιοι εν αφθονία. Ενώ ο Ράντεκ “εκχωρεί” ολόκληρο το φασισμό στους μικρομεσαίους, η Τσέτκιν προσπαθεί να δικαιολογήσει με τρόπο απαράδεκτα συναισθηματικό το αναμφισβήτητο γεγονός πως ο φασισμός ενώ είχε τοποθετήσει την καρδιά του στη μέση (στους μικρομεσαίους) πατούσε, ωστόσο με το αριστερό του πόδι στους μη κομουνιστές προλετάριους και με το δεξί του στο μεγάλο κεφάλαιο. 

Πάντως θα ήταν τιμιότερο να πει και η Τσέτκιν εξ’ αρχής αυτό που είπαν μετά όλοι οι νηφάλιοι μαρξιστές: Όπου αποτυχαίνει ο κομουνισμός, πετυχαίνει ο φασισμός. Είναι καταστροφικά ανόητο να θεωρούμε τον ξεμωραμένο και εξαθλιωμένο μικροφασίστα σαν όργανο του μεγάλου κεφαλαίου, τη στιγμή που δεν είναι παρά ένας απόλυτα απαίδευτος και ολικά βλαξ, σαν αυτόν ακριβώς που περιγράφει ο Ράιχ στο μνημειώδες έργο του “Η μαζική ψυχολογία του φασισμού” (μετάφραση Ηρώ Λάμπρου και Λεωνίδας Καρατζάς, έκδοση Μπουκουμάνη).

Είναι αδύνατο να εξηγήσουμε το φασιστικό φαινόμενο μόνο με τα δεδομένα της κοινωνιολογίας και της πολιτικής οικονομίας. Σίγουρα στον φασίστα υπάρχει και μια πλευρά καθαρά ψυχολογική, μας αρέσει δεν μας αρέσει ο Βίλχελμ Ράιχ. Η άρνηση της ψυχολογίας εδώ είναι εκ του πονηρού: Κάπου βαθιά ή λιγότερο βαθιά μέσα μας πρέπει να κοιμάται ένα φασιστάκι, που το στρίμωξαν εκεί μυριάδες ευνουχισμοί και αποστερήσεις, αρχής γενομένης από τη σεξουαλική αποστέρηση, όπως θέλει να πιστεύει ο Ράιχ, και μαζί-του και ο υπογραφόμενος, που δε θα πάψει να θεωρεί και τον μικρομεσαίο και τον προλετάριο και τον αστό φασίστα σαν ανθρώπους ολικά ευνούχους: Πνευματικά, νοητικά, συναισθηματικά, ενστικτικά. 

Ο φασίστας είναι μια μούμια που της φύγαν όλοι οι χυμοί της ζωής, είναι ένας νεκροζώντανος ένας ζόμπι που πρέπει να ταφεί το ταχύτερο, καταρχήν για λόγους δημόσιας υγείας. Ο φασίστας είναι το άγος και το όνειδος της ράτσας των ανθρώπων, ένα άγος κι ένα όνειδος που ξαπλώνεται σ’ ολόκληρο το ταξικό φάσμα, αλλά που εγκαθίσταται με εντελώς ιδιαίτερη προτίμηση στο κέντρο του, δηλαδή στην περιοχή που καλύπτεται από τον ποικιλότροπο ερμαφροδιτισμό των μικρομεσαίων, απ’ όπου εκπορεύονται ακτινωτά όλες οι συμφορές του κόσμου τούτου.

Ο Αρτούρο Λαμπριόλα βάζει τα πράγματα στην ακριβή τους θέση όταν λέει: “Στην αρχή ο φασισμός δεν ήταν ούτε αστικός ούτε συντηρητικός. Έγινε τέτοιος κάτω από την πίεση των περιστάσεων”. Ωστόσο επιμένουμε στο “κάτω από την πίεση των περιστάσεων”, στην περίοδο δηλαδή που ο φασισμός συγκροτείται σε κόμμα και καταλαμβάνει την εξουσία, και ξεχνούμε ή κάνουμε πως ξεχνούμε τι ήταν στο ξεκίνημά του, και κυρίως τι συνεχίζει να είναι τώρα που περιέπεσε σε παρακμή σαν μαζικό κίνημα και που έγινε υπόθεση μιας χούφτας ηλιθίων και ανώμαλων νοσταλγών.

Ε, λοιπόν, στην αρχή του ο φασισμός ήταν αυτό που συνεχίζει να είναι και σήμερα: Υπόθεση μιας χούφτας ανώμαλων και ηλιθίων, που αποτέλεσαν το προζύμι που έκανε να φουσκώσει η ανθρώπινη βλακεία και κακοήθεια σ’ όλο το φριχτό της μεγαλείο. Η φασιστική φύτρα ήταν και είναι πάντα το αποτέλεσμα της αμάθειας, της ψυχανωμαλίας, του φόβου, της στέρησης (σ’ όλες τις μορφές της και καταρχήν της σεξουαλικής), της μικρόνοιας, της κακοήθειας, της έλλειψης ειλικρίνειας.

Ο φασισμός είναι η συνισταμένη όλων των κακών ποιοτήτων του ανθρώπου. Και επειδή η συνισταμένη, σαν γεωμετρική έννοια, ενέχει ήδη μέσα της και την έννοια του κέντρου, είναι πολύ φυσικό ο φασισμός, σαν κοινωνικό πια γεγονός, (και όχι μόνο ψυχολογικό) να εμφανίζεται καταρχήν και κατά κύριο λόγο στη μικρομεσαία περιοχή του κοινωνικοπολιτικού φάσματος.

Οι μικρομεσαίοι λοιπόν πρέπει να μπαίνουν σε μόνιμη καραντίνα. Διότι είναι η διαρκώς πυορροούσα εστία πολλών και ποικίλων κοινωνικών μολύνσεων, η καταστροφικότερη από τις οποίες είναι ο φασισμός."  

Bασιλης Ραφαηλιδης 
εφ. Εθνος 2/10/1983

14 σχόλια:

  1. ΚΑΠΟΥ ΚΑΤΙ ΞΕΧΑΣΕ…

    Ο μακαρίτης ο Βασίλης ο Ραφαηλίδης εξαιρετικός ήταν ως κριτικός κινηματογράφου, αλλά κάπου κόλλαγε η σκέψη του όταν προσπαθούσε να κατανοήσει και να ερμηνεύσει από την σκοπιά του μαρξισμού σύνθετα και πολύπλοκα φαινόμενα. Και τότε το ’ριχνε σε ευφυολογίες που πολύ κατέβαζαν το επίπεδό του. Με το να επαναλαμβάνουμε τις ευφυολογίες του που ηχούν μεν ευχάριστα στ’ αυτιά μας, αλλά απαντήσεις δεν δίνουν, δεν πετυχαίνουμε τίποτα. Η αδυναμία του Ραφαηλίδη να μπει στην διαλεκτική ουσία της ιστορικής εξέλιξης ίσως να ’ταν κι αποτέλεσμα της εποχής, στην οποία ως διανοούμενος —ο ίδιος κυνηγήθηκε πολύ ως γόνος οικογένειας αγωνιστών του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ από την Μακεδονία— έζησε κι ωρίμασε πνευματικά στην Ελλάδα: ήταν εποχή υποχώρησης των κομμουνιστικών ιδεών, εποχή που καλλιεργούσε την σύγχυση και τον αποπροσανατολισμό. Με κομματικότητα μηδέν κι οι καλύτερες προθέσεις πουθενά δεν οδηγούν• ή μάλλον μπορεί να οδηγήσουν στον Άδη, όπως έγραφε κι ο Νίκος ο Ζαχαριάδης. Όσο για τον φασισμό κάπου κάτι ξέχασε: τον Δημητρόφ καθώς και παλιότερες (π. χ. του αείμνηστου Βρετανού κομμουνιστή Ράτζανι Πάλμε Ντατ (Rajani Palme Dutt, 1896–1974) στο σχετικά άγνωστο στην Ελλάδα έργο του «Φασισμός και κοινωνική επανάσταση» (Fascism and Social Revolution), δεύτερη έκδοση: Λονδίνο 1935) ή και νεότερες μαρξιστικές-λενινιστικές αναλύσεις (π. χ. του Γερμανού κομμουνιστή Κουρτ Γκοσβάιλερ (Kurt Gossweiler, 1917– ) στο κλασσικό πλέον βιβλίο του «Κεφάλαιο, Ράιχσβερ και Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα – Για τα πρώτα στάδια της ιστορίας του γερμανικού φασισμού 1919 έως 1924» (Kapital, Reichswehr und NSDAP – Zur Frühgeschichte des deutschen Faschismus 1919 bis 1924), τελευταία έκδοση: Κολωνία 2011).

    Άμα μένουμε στην επιφάνεια και δεν έχουμε κομματικότητα, δεν βγάζουμε τίποτα. Και πού καταλήγουμε; Ε, τώρα με κόμματα και ΚΟΒες, συνδικάτα κι απεργίες θ’ ασχολούμαστε, καλά καθόμαστε σπιτάκι μας, πηγαίνουμε και στις διαδηλώσεις για να παίρνουμε και τον «καθαρό» αέρα των χημικών και ανά περίπτωση κατακεραυνώνουμε το «άτιμο» το κίνημα και την «τσούλα» την ιστορία που δεν τα ’φεραν έτσι τα πράγματα που και κομμουνισμό να ’χουμε και την «ζαχαρένια» μας να μην έχουμε χαλάσει. Εντάξει, δεν λέω προσωπική επιλογή του καθενός είναι να έχει, να διατηρεί και να υπερασπίζεται τις απόψεις του, αλλά να μην βγαίνει κι από πάνω και, όταν πάνε στραβά τα πράγματα, να τα βάζει μ’ αυτούς που δεν τα ’φτιαξαν όπως αυτός τα ήθελε και τα θεωρούσε σωστά, ενώ ο ίδιος ποτέ δεν δεσμεύτηκε να συμπαραταχθεί οργανωτικά μαζί τους.

    Τέλος πάντων, ξεσπάθωσα εναντίον του μακαρίτη που, σημειωτέον, τον διάβαζα —τότε με απεριόριστο θαυμασμό— από γυμνασιόπαις, όταν έγραφε στον «Σύγχρονο Κινηματογράφο» την δεκαετία του 1970, αλλά απαντήσεις για τον φασισμό δεν δίνει, όπως δεν μπόρεσε να δώσει —κι ούτε μπορούσε άλλωστε— και για το τι οδήγησε στις ανατροπές του 1989–1991: ιδίως ό,τι έγινε μετά το 1989 υπερέβαινε μακράν την θεωρητική του προετοιμασία και κατά συνέπεια και τις διανοητικές δυνατότητές του, όσο καλές κι αν ήταν οι προθέσεις του, όσο ειλικρινείς κι αν ήταν οι προαιρέσεις του κι όσο εναγώνιες κι αν ήταν οι αναζητήσεις του. Δεν ξέρω τι θα έλεγε, αν ζούσε σήμερα. Για να συνοψίσω: Ωραία ακούγονται όσα έγραψε, πλην όμως δεν αποτελούν οδηγό για επαναστατική δράση. Οι αναρχικές και αναρχίζουσες απόψεις τίποτα δεν κοστίζουν, γιατί ξεκινάνε από το τίποτα και καταλήγουν —με κάποιες ενδιάμεσες εξάρσεις κι αναλαμπές έτσι χάριν παιδιάς ή για την τιμή των όπλων— στο τίποτα. Θα μου πει κανείς ότι τον κακολογώ τον μακαρίτη και δεν κάνει, καθότι «ο αποθανών δεδικαίωται»• λάθος! Τον εκτιμώ εκεί που είναι σωστός, γιατί το ρητό όπως συνεχώς εκφέρεται δεν είναι πλήρες, το πλήρες είναι: «Ο αποθανών δεδικαίωται ανθ’ ων αγαθών έπραξε»…

    Μη απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Aνωνυμε

      Δεν παραθεσαμε το κειμενο αυτο ως...«οδηγο για επαναστατική δράση» (!!) οπως γραφεις και εκπλησσει το οτι καποιοι διαλεξαν να το δουν με αυτον τον τροπο!

      Οσα ιστολογια το ανηρτησαν, τις μερες αυτες, το εκαναν μαλλον απο σεβασμο στον ανθρωπο και τις ιδεες του.
      Οι γνωσεις, τα ''πιστευω'' του, το πάθος του για τη ζωη, και το ήθος που ειχε αναζητωντας δικαιοσυνη στο καθε τι και στιγματίζοντας τα κακώς κείμενα ειναι για μας τα κυρια χαρακτηριστικα που κανουν εναν αγωνιζομενο ανθρωπο αξιολογο και αυτα ειναι που κραταμε.

      Διαγραφή
    2. ΛΑΚΩΝΙΚΑ

      Αγαπητέ Elva,

      Θίγεις ένα σίγουρα ακανθώδες θέμα και δεν θα ήθελα να επεκταθώ, γιατί έγραψα προηγουμένως αρκετά και «τα πολλά λόγια είναι φτώχια» όπως σοφά λέει κι ο λαός μας. Γι’ αυτό λακωνικά συμπληρώνω τα εξής.

      Τον μακαρίτη τον Βασίλη τον Ραφαηλίδη τον τιμούσα, τον τιμώ και θα εξακολουθήσω να τον τιμώ μέχρι τέλους, κι όχι μόνο, γιατί, καθώς έγραφα και πριν, άρχισα να τον διαβάζω από πολύ νεαρή ηλικία. Αυτό δεν με απαλλάσσει από το καθήκον που αισθάνομαι να ασκήσω κριτική σ’ ό,τι δικό του κατά την ταπεινή μου γνώμη δεν εμβαθύνει επαναστατικώ τω τρόπω.

      Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο κι επειδή επιπλέον σ’ ό,τι αφορά τον φασισμό γίνονται «οι καιροί ου μενετοί», χρειάζεται, πάλι κατά την ταπεινή μου γνώμη, εμβάθυνση, μελέτη και αναλογισμός δίπλα στην επαναστατική πράξη. Ας δημοσιευτούν θεωρητικά κείμενα του μακαρίτη —ιδίως εκείνα που ασχολούνται με την κατ’ εξοχήν ειδικότητά του, την τέχνη του κινηματογράφου— που είναι καλύτερα απ’ αυτήν την εύπεπτη μεν, επιφανειακή δε ανάλυση του φασισμού. Πώς να το πω; Δεν φτάνει πια μια τέτοια ανάλυση, οι ανάγκες είναι άλλες απ’ εκείνες του 1983 και απαιτούν άλλες απαντήσεις, δεν επαρκεί η αόριστη ανθρωπολογία, και σταματάω εδώ, γιατί άρχισα να φλυαρώ.

      Σε παρακαλώ απέφευγε στην περίπτωσή μου την προσφώνηση «ανώνυμε». Είμαι μεν ανώνυμος —ανώνυμος εξ ανάγκης όπως θα ’λεγε περίπου κι ο Μαρξ—, αλλά χρησιμοποιώ διακριτικό ψευδώνυμο, με το οποίο μπορείς να με προσφωνείς, δεν είμαι ρομπότ. Εξάλλου είμαστε και μακρινοί γείτονες…

      Αυτά, κι αν χρειαστεί, θα επανέλθω.

      Μη απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

      Διαγραφή
    3. ’’Μη απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής’’

      Κατ αρχην να ξεκαθαρισω οτι δεν ειμαι.. ''αγαπητος Elva'', .. αλλα..''αγαπητη Elva''! :)

      Νιωθω οτι απολογουμαι λιγο για την εκλογη του κειμενου του Ραφαηλιδη και διαβαζοντας οσα εχεις γραψει τελευταια, νομιζω οτι εχουμε ξεφυγει λιγο απο το θεμα που στην προκειμενη περιπτωση ειναι ο φασισμος. Επειδη, ομως, το zeitgeist ειναι καθοριστικο στο να κατανοησει κανεις τις εξελιξεις της εποχης του, ειναι λογικο οτι τα γραπτα πολλων συγγραφεων & διανοητων να χρειαζονται ακομη μεγαλυτερη εμβαθυνση, στις μερες μας, οπου ο καπιταλισμος εχει πλεον προχωρησει σε αλλα σταδια εξελιξης και χρειαζεται εκτος απο τις θεωρητικες γνωσεις, να εχει κανεις και μια αυξημενη αναλυτικη ικανοτητα ωστε να μπορει να κανει και προβλεψεις!

      Παντως η προθεση μας δεν ηταν να ..αναλυσουμε εδω το φαινομενο, αλλα να ακουσουμε τι εχει να μας δωσει το κειμενο ενος ανθρωπου που πολλοι απο εμας θαυμαζουμε.

      Και επειδη «τα πολλά λόγια είναι φτώχια», οπως λες, νομιζω οτι συμφωνουμε τουλαχιστον στο οτι δεν θελησαμε να αναλυσουμε το θεμα φασισμος, παρα προσφεραμε την ματια του Ραφαηλιδη, η οποια ισως δεν δινει απαντησεις, αλλα σιγουρα προβληματιζει πανω στο ποσες ομοιοτητες, σε συγκριση με το παρελθον, υπαρχουν σημερα οσον αφορα το ζητημα του φασισμου.

      Διαγραφή
  2. Μπράβο ρε μη απολιθωμένε βάλτον στη θέση του τον Ραφαηλίδη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανωνυμε

      Ειναι ..συνταρακτικο το ποσοι ενδιαφερονται να βαλουν στη θεση του τον Ραφαηλιδη, αλλα δυστυχως γι αυτους δεν ειναι ευκολο να τα καταφερουν!

      Διαγραφή
  3. Eγώ λέω ωραία όλα αυτά αλλά τι να κάνουμε? Πως θα αντιμετωπίσουμε τους φασίστες ? Αυτό πρέπει να μας ενδιαφέρει πρώτιστος! Το άρθρο δεν αναφέρει τίποτα και αυτό είναι μια αδυναμία του!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σταυρο Τ.

      Δεν νομιζω οτι μπορει κανεις να περιμενει ..πρακτικες λυσεις απο κειμενα, τα οποια διαφωτιζουν, μεν, διαφορες πλευρες του ζητηματος αλλα σε καμμια περιπτωση δεν φιλοδοξουν να προτεινουν λυσεις αντιμετωπισης!
      Ο φασισμος ειναι ενα συνθετο ζητημα που αφορα μεγαλα κομματια της κοινωνιας και χρειαζεται τη συνεργασια ολων των κοινωνικων δυναμεων ωστε να κατανοηθει ο λογος υπαρξης του και να καταπολεμηθουν οι αιτιες που τον προκαλουν! Η ανοχη μας και η αδιαφορια μας, (για παραδειγμα), απεναντι στην φασιστικη βια που ασκειται σε εναν μεταναστη, ειναι ..προσοδοφορο εδαφος για τη συνεχιση του φασισμου!

      Διαγραφή
  4. Σύντροφοι, νομίζω ότι στις μέρες μας, και με ευθύνη μας, αδυνατούμε να προχωρήσουμε παραπέρα, ιδεολογικές αναζητήσεις του '83, του '73 του '13. Το ζήτημα δε βρίσκεται στο αν αυτές οι αναζητήσεις δίνουν πρακτική απάντηση στο πως θα αντιμετωπίσουμε σήμερα τους φασίστες, αλλά στο γεγονός ότι πρέπει να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπάνω στην διαχρονική κατανόηση του φαινομένου του φασισμού. Η σωστή θεωηρτικά άποψη ότι ο φασισμός είναι γέννημα θρέμμα του καπιταλισμού και της κρίσης του, χρειάζεται εμβάθυνση και παραπέρα "σπάσιμο σε ψιλά".
    Τώρα για το Ραφαηλίδη,για τους φίλους και συντρόφους, να θυμίσουμε ότι την περίοδο των ανατροπών, δήλωνε στην τηλεόραση του 902, ότι το Κόμμα θα έπρεπε να βάλει στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα του σοσιαλισμού, και εννοείται πήρε θέση με το μοναδικό Κόμμα που στεκόταν τότε όρθιο στη λαίλαπα των ανατροπών και της απογοήτευσης. Τώρα η άποψη του "απολιθωμένου" για "αναρχικές και αναρχίζουσες" θέσεις του Ραφαηλίδη ξεφεύγουν από τα όρια του σχολιασμού αυτού του άρθρου. Θα ήταν ενδιαφέρον ένα σχετικό άρθρο του. Τέλος για την έλλειψη κομματικότητας, θέλω να τονίσω ότι για τους κομμουνιστές η διαχρονική κομματικότητά τους κρίνεται πριν από όλα από τη θέση που παίρνουν απέναντι στον ιστορικό σκοπό της εργατικής τάξης, και όχι από το αν σε κάποιες στιγμές της ιστορίας τάσσονται με το ένα ή το άλλο κόμμα, ακόμα και με αυτό το ίδιο το Κ.Κ.Ε. Με λίγα λόγια αν κάποιος βάζει το ζήτημα του σοσιαλισμού και το παλεύει, όταν το κόμμα της εργατικής τάξης δε το βάζει, ποιός είναι ο κομματικός ; Αυτός ή το Κόμμα ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (Αρχή)

    Αγαπητή Elva,

    Αρχικά σου ζητώ συγνώμη που στο προηγούμενό μου σχόλιο σου «άλλαξα το φύλο»• ήταν lapsus linguae και όχι lapsus mentis και σε καμιά περίπτωση εκδήλωση ανδρικού σοβινισμού. Εξάλλου έχω ζήσει, παλιότερα, αρκετά χρόνια στην Βόρεια Ευρώπη και γνωρίζω τα γραμματικά γένη των μικρών ονομάτων και γλωσσών δυσκολότερων από την σουηδική. Επί τη ευκαιρία, έτσι για να σεβόμαστε και την μητρική μας γλώσσα, θα ήθελα να σε παρακαλέσω να μου απευθύνεσαι σωστά, δηλαδή στην κλητική («Απολιθωμένε…») κι όχι λανθασμένα στην ονομαστική («Απολιθωμένος…»).

    Αισθάνομαι την ανάγκη να επανέλθω γιατί προηγήθηκαν κάποια σχόλια που άπτονται των δυο προηγουμένων δικών μου και χρήζουν κάποιων παρατηρήσεων.

    Πρώτ’ απ’ όλα θέλω να τονίσω ότι σκοπός των σχολίων μου δεν ήταν να «βάλω τον Ραφαηλίδη στην θέση του». Ο Βασίλης Ραφαηλίδης έχει πεθάνει εδώ και δώδεκα χρόνια και το να βάζουμε νεκρούς στην θέση τους ηχεί όχι μόνο μακάβρια, αλλά και προσβλητικά, σχεδόν ανίερα και βλάσφημα στην μνήμη τους. Ο Βασίλης Ραφαηλίδης έχει την θέση που του αξίζει κι όπως τόνισα και προηγουμένως, τον τιμούσα, τον τιμώ και θα τον τιμώ μέχρι τέλους χωρίς ταυτόχρονα να αυτοαπαλλοτριώνομαι μέσω μιας άκριτης παραδοχής και αποδοχής όλων των απόψεών του.

    Ο φίλος Σταύρος Τ. με επιγραμματικό τρόπο έβαλε το δάχτυλο «επί των τύπων των ήλων» και θα συμφωνήσω μαζί του.

    Ο φίλος Δήμος Τανάλιας έθεσε σωστά κατά την γνώμη μου το θέμα της κομματικότητας. Μας θύμισε και την στάση του μακαρίτη στα άγρια χρόνια της αντεπανάστασης. Επειδή βρίσκομαι για δεκαετίες στην υπερορία και δεν είχα τότε την δυνατότητα να παρακολουθώ την τηλεόραση του «902», δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη, πιστεύω όμως όσα γράφει ο φίλος ο Δήμος επαφιέμενος στην καλή του πίστη. Πέρα όμως απ’ αυτό υπάρχει και το βιβλίο του μακαρίτη «Η μεγάλη περιπέτεια του μαρξισμού», στο οποίο οι αναρχικές και αναρχίζουσες απόψεις κι αντιλήψεις του φαίνονται καθαρά, για να μην πω χτυπάνε στο μάτι. Κι αφού για λόγους υγείας αδυνατώ να στρωθώ και να γράψω ένα σχετικό άρθρο καθώς ευγενικά με παρότρυνε ο φίλος ο Δήμος, θα περιοριστώ σε μια μεθοδολογική υπόδειξη για όποιον μπει στον κόπο να διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο —πιάνει μαζί με την βιβλιογραφία κοντά τις εξακόσιες σελίδες— για να το σχολιάσει κριτικά από μαρξιστική-λενινιστική σκοπιά.

    (Συνεχίζεται)

    Μη απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (Τέλος)

    Ασκώντας κριτική στον Προυντόν (τόσο εν εκτάσει στην «Αθλιότητα της φιλοσοφίας» (1847) όσο και περιληπτικά στο γράμμα του προς τον Γ. Μπ. φον Σβάιτζερ (24/1/1865) απ’ όπου και το παράθεμα που ακολουθεί) ο Μαρξ τόνιζε ότι ο Προυντόν εξ απαλών συγγραφικών ονύχων έδειχνε «πόσο ανενόχλητα τολμούσε να προσεγγίζει προβλήματα, για τη λύση των οποίων του έλειπαν ακόμα και οι στοιχειώδεις προκαταρκτικές γνώσεις» („wie ungeniert er sich an Probleme wagte, zu deren Lösung ihm noch die ersten Vorkenntnisse fehlten“, πρβλ. Marx Engels Werke, Bd. 16, S. 25). Αν λοιπόν μελετήσει κανείς τον τρόπο, με τον οποίο καταπιάνεται ο Βασίλης Ραφαηλίδης με τα προβλήματα λογουχάρη της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού στο βιβλίο του «Η μεγάλη περιπέτεια του μαρξισμού» θα δει πόσο εύστοχη εφαρμογή βρίσκει και στον Ραφαηλίδη ό,τι έγραφε ο Μαρξ για τον Προυντόν. Δεν θέλω και δεν μπορώ τώρα να επεκταθώ, αλλά από τις ευκολογραφίες και τα ευκολογραφήματα η απόσταση ως τις αναρχικές ή αναρχίζουσες απόψεις κι αντιλήψεις δεν είναι και πολύ μεγάλη.

    Θα τελειώσω με μια προσωπική γνώμη για κάτι που έγραψες λίγο πιο πάνω εσύ φίλη Elva. Δεν χρειάζεται να νιώθεις πως απολογείσαι για το κείμενο που ανάρτησες. Να απολογηθούν θα έπρεπε οι συγγραφείς του αλήστου μνήμης «Ιού» της εξίσου αλήστου μνήμης «Ελευθεροτυπίας» που με τόσο πρόστυχο, ανήθικο και άτιμο τρόπο εξύβρισαν —αυτοί οι άκαπνοι των αγώνων— τον αείμνηστο Βασίλη, έναν αγωνιστή κατά της φασιστικής δικτατορίας που πέρασε από το κολαστήριο της Οδού Μπουμπουλίνας φτάνοντας να υπαινιχθούν ότι ήταν οπαδός της ΕΝΕΚ (τίποτα καλύτερο, βέβαια, δεν πρέπει να περιμένει κανείς από τους ιδεολογικούς επιγόνους του εξαμβλώματος που άκουγε καποτε στο όνομα «Β΄ Πανελλαδική»).

    Αλλού είναι το πρόβλημα με τον φασισμό: Πώς το κομμουνιστικό κίνημα δεν θα επαναλάβει τα λάθη της περιόδου 1935–1945, όταν νικήθηκε μεν ο φασισμός, αλλά επέζησε η μήτρα του (η «γόνιμη κοιλιά» που ’λεγε ο Μπρεχτ) ο καπιταλισμός…

    Μη απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. ΚΑΙ ΔΥΟ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ (Ή ΤΙ ΣΟΥ ΛΑΧΑΙΝΕΙ ΑΜΑ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ ΚΙ ΑΡΓΑ ΓΡΑΦΕΙΣ)

    Τρία παροράματα στο πρώτο και το δεύτερο κομμάτι του προηγούμενου σχολίου μου, απτό παράδειγμα του τι συμβαίνει όταν γράφεις αργά και κουρασμένος (παράδειγμα προς αποφυγήν).

    Στο πρώτο κομμάτι —

    Αντί:

    «Απολιθωμένε…»

    να διαβαστεί παρακαλώ:

    «Μη απολιθωμένε…»

    Και αντί:

    «Απολιθωμένος…»

    να διαβαστεί παρακαλώ:

    «Μη απολιθωμένος…»

    Στο δεύτερο κομμάτι —

    Αντί:

    Ο φίλος Δήμος Τανάλιας έθεσε σωστά κατά την γνώμη μου το θέμα της κομματικότητας.

    να διαβαστεί παρακαλώ:

    Ο φίλος Δήμος Τανάλιας δεν έθεσε σωστά κατά την γνώμη μου το θέμα της κομματικότητας.

    Και αντί:

    καποτε

    να διαβαστεί παρακαλώ:

    κάποτε.

    Lapsus linguae (ή μάλλον πληκτρολόγησης) sed non mentis.

    Μη απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΑΡΟΡΑΜΑ (ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΩ ΝΑ ΓΡΑΦΩ ΓΙ’ ΑΠΟΨΕ!)

    Αντί:

    ΔΥΟ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ

    να γραφεί παρακαλώ:

    ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ

    Pardon και καληνύχτα σ’ όλους!

    Μη απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Όπως λένε στα αγγλικά και το πενιχρό μου λεξιλόγιο δεν μου επιτρέπει να μεταφράσω: " Κύριε απολιθωμένε, stfu you pretentious fuck."

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Κάθε χρήστης μπορεί να σχολιάσει στο γλόμπινγκ αφού επιλέξει διακριτικό ψευδώνυμο για αποφυγή συγχίσεων είτε με λογαριασμό Google είτε με τη χρήση της υπηρεσίας openID είτε με την απλή επιλογή ονόματος χρήστη.
Προσβλητικά ή υβριστικά σχόλια για συντάκτες ή σχολιαστές θα διαγράφονται. Δεν ενθαρρύνεται η χρήση υβριστικών λέξεων ή εκφράσεων.
Ο σχολιασμός γίνεται με το ελληνικό αλφάβητο και με μικρά γράμματα

Οι διαχειριστές έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε διαγραφή σχολίων που δημιουργούν σκόπιμη ή μη σύγχιση και απομάκρυνση από το θέμα της ανάρτησης.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...